το όνειρο της Μις Μπρίλλο: οι μάσκες (επεισόδιο Ι)
Η Φαιδρή ονειρεύεται. Βρίσκεται στο σπίτι της, διαβάζει, γράφει, ζωγραφίζει απολαμβάνοντας τα ταλέντα και τη δημιουργικότητά της. Νιώθει ατέλειωτη ευφορία και σκέφτεται πως κάπως έτσι είναι ο παράδεισος. Δεν της αρκεί όμως να πράττει περιορισμένη μέσα στο σπίτι. Θέλει να δημιουργήσει και έξω, υπαίθρια, να αναγγείλει τον εαυτό της. Βρίσκεται λοιπόν στο πίσω μέρος του άλσους κοντά στη γειτονιά της. Έχει απλώσει μια κουβέρτα στο γρασίδι, έχει πάρει μαζί της βιβλία, τα χρώματα ζωγραφικής και τα χαρτιά, και κείτεται ανάσκελα με το ένα πόδι πάνω στο άλλο διαβάζοντας με απόλαυση ένα από τα βιβλία. Σε λίγο το αφήνει, έχει κουραστεί και θέλει να ασχοληθεί με κάτι άλλο. Αλλάζει στάση με την κοιλιά στο έδαφος, παίρνει χαρτιά, κόλλα, χρώματα και πινέλα, και κατασκευάζει μία μάσκα που κατά τη γνώμη της είναι προχωρημένης αισθητικής και που καλύπτει ολόκληρο το κεφάλι. Είναι πολύχρωμη, παράξενη, με μεγάλα αυτιά και τεράστιο κρανίο, σχεδόν παιδική. Η Φαιδρή πάλι νιώθει ευχαριστημένη που τα κατάφερε.
Εκείνη τη στιγμή περνάει η κα Βιβή. Είναι η γειτόνισσά της που βγάζει συχνά τον Πίκνικ, το σκυλάκι της για βόλτα. Κάποτε η κα Βιβή είχε εκφράσει τη θλίψη της που πλέον δεν ασχολούνταν με τον εαυτό της, που τον παραμελούσε για χάρη της οικογένειες. “Πού ‘ναι εκείνη η εποχή που για να πάω στο μανάβικο πρώτα βαφόμουν και ντυνόμουν με τα καλύτερά μου ρούχα,” της είχε εκμυστηρευτεί. Τώρα κρατούσε μία κλασική χρυσή μάσκα προσώπου, την έβαφε προσεκτικά - όπως τότε που έβαφε τον εαυτό της, ενώ είχε βάψει και το δικό της πρόσωπο χρυσό. Η Φαιδρή κοιτάζοντάς την τής λέει “Και εσείς κυρία Βιβή φτιάχνεται μάσκες;” “Πάντα κορίτσι μου” ανταποκρίθηκε, “ήταν και είναι το όνειρό μου.” Η Φαιδρή σάστισε προς στιγμήν αλλά συνέχισε να φτιάχνει τη μάσκα της πιστεύοντας ότι σαφώς ήταν καλύτερη από της κυρίας Βιβής. Δεν είχε περάσει πολύ ώρα όταν τη διέγερσή της διέκοψε μια περαστική κυρία, αδύνατη, καλοντυμένη, με μαύρα μαλλιά ως τους ώμους. Έμοιαζε με αυτές του πολιτικού χώρου η οποία ρίχνοντάς της μια άγρια ματιά προστάζει “Βγες από το δικό μας Broadway” και χάνεται.
Εκείνη τη στιγμή περνάει η κα Βιβή. Είναι η γειτόνισσά της που βγάζει συχνά τον Πίκνικ, το σκυλάκι της για βόλτα. Κάποτε η κα Βιβή είχε εκφράσει τη θλίψη της που πλέον δεν ασχολούνταν με τον εαυτό της, που τον παραμελούσε για χάρη της οικογένειες. “Πού ‘ναι εκείνη η εποχή που για να πάω στο μανάβικο πρώτα βαφόμουν και ντυνόμουν με τα καλύτερά μου ρούχα,” της είχε εκμυστηρευτεί. Τώρα κρατούσε μία κλασική χρυσή μάσκα προσώπου, την έβαφε προσεκτικά - όπως τότε που έβαφε τον εαυτό της, ενώ είχε βάψει και το δικό της πρόσωπο χρυσό. Η Φαιδρή κοιτάζοντάς την τής λέει “Και εσείς κυρία Βιβή φτιάχνεται μάσκες;” “Πάντα κορίτσι μου” ανταποκρίθηκε, “ήταν και είναι το όνειρό μου.” Η Φαιδρή σάστισε προς στιγμήν αλλά συνέχισε να φτιάχνει τη μάσκα της πιστεύοντας ότι σαφώς ήταν καλύτερη από της κυρίας Βιβής. Δεν είχε περάσει πολύ ώρα όταν τη διέγερσή της διέκοψε μια περαστική κυρία, αδύνατη, καλοντυμένη, με μαύρα μαλλιά ως τους ώμους. Έμοιαζε με αυτές του πολιτικού χώρου η οποία ρίχνοντάς της μια άγρια ματιά προστάζει “Βγες από το δικό μας Broadway” και χάνεται.
Η αεροσυνοδός έγκαιρα ξυπνάει τη Φαιδρή για το γεύμα της. Φυσικά τής έχει κοπεί η όρεξη και κάθεται ακόμη πιο σαστισμένη κοιτώντας τριγύρω για περισσότερες κυρίες σαν και αυτές του ονείρου. Φυσικά σχεδόν όλες είναι μακιγιαρισμένες και κομψές. Φοβάται πως οι πρωτοτυπίες της δε θα πιάσουν τόπο, πως δε θα υπάρξει ποτέ για άλλους. Νιώθει εξόριστη καθώς περπατά αργά προς την τουαλέτα. Επιστρέφοντας βλέπει το βλέμμα του Γεράσιμου πάνω της. Πάλι τα ίδια, σκέφτεται, οι γυναίκες με θέλουν εκτός και οι άνδρες θέλουν εντός. Κάθεται και σφίγγει τη ζώνη της εκνευρισμένη για το απεριόριστο δικαίωμα του βλέμματος.
No comments:
Post a Comment